Η επανέκδοση του πρώτου μυθιστορήματος του Ισίδωρου Ζουργού είκοσι χρόνια μετά, από μόνη της σημαίνει πολλά. Γιατί όμως μια ακόμα εκδοχή του πασίγνωστου μύθου του Φάουστ να έχει ενδιαφέρον; Προσωπικά, βρήκα ελκυστική την θεματική του όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο: η αγωνία της γραφής και η αναπαράσταση ενός κόσμου που ακούει τους τριγμούς του. Παρά την δηλωμένη μου αδυναμία στον συγγραφέα, αυτό το πρώτο του δεν το είχα διαβάσει. Από το υπέροχο «Στην σκιά της πεταλούδας» και μετά τον ακολουθώ κατά πόδας, ως το τελευταίο «Λίγες και μία νύχτες», εξίσου υπέροχο.
Το μακρύ ταξίδι του σμηνία – ήρωα με το λεωφορείο με συνεπήρε, συμμετείχα στην ανιαρή διαδρομή, βαριόμουν μαζί του. Η «κοινωνιομετρία» των επιβατών, η ακινησία που μουδιάζει, η τελεσίδικα ανυπόφορη θέα των ίδιων πάντα χωραφιών έξω από το παράθυρο, η αναμονή και η πλήξη, όλα με γλώσσα που αναγνώριζα από τις επόμενες γραφές του, στρωτή, σωστή, ολοστρόγγυλα καλοφτιαγμένη. Είκοσι σελίδες χρειάστηκαν μόνο για την πρώτη ανατροπή: δεν είναι αυτή η ιστορία που θα ακολουθήσουμε, η ζωή του συγγραφέα που την γράφει είναι! Και μαζί μ’ αυτόν, μια ολόκληρη παρέα συγγραφέων και ποιητών σε ζωές παράλληλες αλλά και τεμνόμενες αριστοτεχνικά. Αγωνία για τις λέξεις που δεν λένε να κατασταλάξουν, για τις ιστορίες που ετοιμάζονται στα εργαστήρια του μυαλού τους κι οφείλουν ν’ αποτυπωθούν στο χαρτί αλλά δεν λένε να ολοκληρωθούν. Με μανία να ξεθάβουν εικόνες και μνήμες παιδικές, να ταξινομούν σκέψεις και μυρωδιές, ώσπου να γίνουν όλα αυτά μελανά σημαδάκια. Και η ενδελεχής παρατήρηση, αναπόσπαστο σημαντικό της καθημερινότητάς τους: η πόλη γύρω τους, η ζωή στα απέναντι μπαλκόνια ή στο επάνω διαμέρισμα.
« Αγέλες μπαλκονιών στις σαβάνες της πόλης. Τα βράδια ο Κώστας νομίζει πως ακούει τα μπαλκόνια να τρίζουν. Στον ύπνο του, τα κάγκελα χτυπάνε μεταξύ τους σαν δόντια, προσπαθούν να ακουμπήσουν το ένα στο άλλο, τα σάλια τους τρέχουν απ’ τα λούκια στο πεζοδρόμιο».
Η λογοτεχνία αποδεικνύεται η ανάσα της παρέας τους, κι ο έρωτας καταλύτης πάντα. Η άγρια χαρά της εξερεύνησης, η απογοήτευση και η στασιμότητα που μοιάζει με θάνατο. Η έμπνευση που δεν έρχεται όσο κι αν την κανακέψουν με συνθήκες ιδανικές. Επιθυμίες ανεκπλήρωτες, πόθοι που τους κυκλώνουν, άνθρωποι που μπαινοβγαίνουν στη ζωή τους κι ύστερα ανασαίνουν σαν αθέατα φαντάσματα. Το αύριο που θα έρθει, πάντα φέρνει την ελπίδα μαζί του, ασφαλώς και θα είναι καλύτερο. Κι όταν ο ‘Μεφιστοφελής’ με τα μαύρα εμφανίζεται, ένας από τους ήρωες είναι έτοιμος για την διαπραγμάτευση της ψυχής του. Ως πού μπορεί να φτάσει άραγε ο ανθρώπινος νους;
Το μεταφυσικό του μύθου του Φάουστ, η συμφωνία με τον διάβολο, η ματαιότητα της ζωής και των όποιων κατακτήσεων, η ανακάλυψη της γνώσης, τα βιωμένα συναισθήματα τα πρωτόγνωρα, πέρα από ηθικές αναστολές. Αυτό που περιγράφει ο Ισίδωρος Ζουργός είναι το γεγονός ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζει αποκλειστικά και μόνο με την συνειδητή του κατάσταση. Πάντα υπάρχει το καταφύγιο του ασυνείδητου, δίχως την υποχρεωτική παρέμβαση της λογικής. Είναι η μαγεία η απάντηση; Αυτή η ανεξήγητη δύναμη που μέσα από τα σπλάχνα της αναδύονται δυνατότητες εξαιρετικές; Ή μήπως ο ασυνείδητος κόσμος μας είναι που ενεργεί; Η υπέρβαση των ορίων μας, ίσως και να παίρνει «διαβολικές» διαστάσεις, δεν είναι τίποτα άλλο ωστόσο απ’ ό,τι ενδόμυχα επιθυμούμε διακαώς. Μαγεία είναι η περιπλάνηση κι ακόμη περισσότερο η μοναδική στιγμή της επιστροφής. Πού όμως; Αυτό θα το ανακαλύψουν αργά αλλά εντυπωσιακά οι αναγνώστες μέσα από τις γλαφυρές περιγραφές, τις υπέροχες εικόνες και την βαθιά τομή στα συναισθήματα των ηρώων που κατορθώνει εξαιρετικά κατά την γνώμη μου ο συγγραφέας. Αν κάτι κρατώ ως τελικό συμπέρασμα, είναι μια φράση του που θεωρώ πως τελικά περιγράφει ολόκληρο το βιβλίο:
«Είναι ωραίο πράγμα ν’ ανακαλύπτεις δυνάμεις μέσα σου, άγνωστες πριν, φυγόκεντρες, που σ’ αρπάζουν απ’ το γιακά και παρασύρεσαι, τρέχεις, πετάς μαζί τους χωρίς όρια».
• Αποκτήστε εύκολα το βιβλίο, εδώ:
http://www.patakis.gr/viewshopproduct.aspx?id=590010