Ανεβαίνοντας για πρώτη φορά στη ζωή της σε πλοίο, η Αρσινόη ήρθε σ’ επαφή με δύο πράγματα και η ψυχή της γέμισε τρόμο. Το πρώτο ήταν ο πολεμικός εξοπλισμός της γαλέρας, με συνέπεια την παρουσία ενός μεγάλου αριθμού στρατιωτών, και το δεύτερο οι αλυσοδεμένοι κωπηλάτες.
Ο Φερδινάνδος τής εξήγησε ότι κανένα πλοίο δεν ήταν δυνατόν να ταξιδεύει χωρίς να είναι ετοιμοπόλεμο. Κανείς δεν γνώριζε τι θα συναντούσε στον δρόμο, γι’ αυτό η σωστότερη τακτική ήταν να είναι έτοιμος ν’ αντιμετωπίσει κάθε πιθανό κίνδυνο. Τα τρομαγμένα της μάτια τον θορύβησαν· γέλασε βεβιασμένα και την αγκάλιασε από τους ώμους.
«Μη φοβάσαι. Η ρότα που θα ακολουθήσω θα είναι λίγο μακρύτερη, αλλά ασφαλέστερη», είπε καθησυχαστικά και όσο γινόταν πιο πειστικά, βρίζοντας τον εαυτό του, επειδή δεν μερίμνησε να την ενημερώσει εκ των προτέρων, να την προετοιμάσει για όσα θα έβλεπε και να μην τρομάξει. Και επειδή δεν της έλεγε την αλήθεια· η ρότα του θα ήταν η συνηθισμένη και ο κίνδυνος μιας πειρατικής επίθεσης πάντα υπαρκτός.
Το θέαμα των ταλαίπωρων κωπηλατών ήταν συγκλονιστικό. Η Αρσινόη δεν είχε ξαναδεί άνδρες δεμένους σαν ζώα, υποχρεωμένους να μη σηκώνονται ποτέ από τους σκληρούς πάγκους τους, έρμαια του μαστιγίου και του όποιου κινδύνου διέτρεχε η γαλέρα· ούτε είχε φανταστεί την αγριότητα με την οποία τους μεταχειρίζονταν οι κομίτα, οι άνδρες που ήταν υπεύθυνοι γι’ αυτούς.
Συνειδητοποιώντας ότι ο αδελφός της είχε κάνει αυτήν ακριβώς τη δουλειά αγόγγυστα, και μάλιστα χωρίς να είναι υποχρεωμένος, ένιωσε τον κόσμο να χάνεται. Δεν είχε πιστέψει ούτε λέξη από όσα της έλεγε εκείνος, βέβαιη ότι οι αφηγήσεις του ήταν προκλητικά τραβηγμένα ψέματα για να τη φοβίσει και να φανεί γενναίος στα παιδικά της μάτια.
Πόση δύναμη κρύβει ο Νικόλας μου, πόσο σκληρό τον έκανε αυτή η απάνθρωπη δουλειά… Αν είναι για κάτι που οφείλω ένα ευχαριστώ σ’ εκείνον τον δαίμονα που πρωτοπαντρεύτηκα, είναι ότι τον γλίτωσε από τούτο το μαρτύριο…, σκεφτόταν περίλυπη, ρίχνοντας σπλαχνικά βλέμματα πάνω τους. Όμως, ο Φερδινάνδος της συνέστησε να μην τους κοιτά, επειδή θα έθετε τον εαυτό της σε μεγάλο κίνδυνο.
«Αφού είναι στα σίδερα…»
«Μια πιο προσεκτική ματιά θα σ’ έκανε να συνειδητοποιήσεις ότι δεν είναι όλοι στα σίδερα. Κάποιοι από αυτούς, συγκεκριμένα όσοι δεν είναι κατάδικοι ή αιχμάλωτοι αλλά ελεύθεροι, δεν είναι δεμένοι κατά τη διάρκεια της ημέρας. Και, επιπλέον, οπλοφορούν. Υποθέτω ότι δεν χρειάζεται να σου πω ότι κανείς τους δεν πρόκειται να σε σεβαστεί. Κράτα, λοιπόν, τα μάτια σου μακριά τους, μην κυκλοφορήσεις εδώ πάνω ποτέ μόνη σου ή συντροφιά μόνο με τη μητέρα μου. Όποτε χρειαστεί να βρεθείς εδώ ή θα έχεις εμένα δίπλα σου ή τον πατέρα μου».
Ο τόνος της φωνής του Φερδινάνδου ήταν σοβαρός, θυμίζοντας δάσκαλο που εφιστούσε την προσοχή στον απρόσεκτο μαθητή του, αλλά στο βάθος κρυβόταν η αγάπη, το νοιάξιμό του για την Αρσινόη, ο φόβος μην πάθει το παραμικρό. Αυτό το τελευταίο συναίσθημα τον οδηγούσε τελικά και τον έκανε να τρέμει στη σκέψη ότι θα μπορούσε ένας από αυτούς τους σκληροτράχηλους άνδρες να της επιτεθεί και να κουρσέψει ανελέητα το κορμί της με την απειλή του όπλου του, τραυματίζοντας θανάσιμα την ήδη ταλαιπωρημένη ψυχή της.
Λίγο λίγο, η Αρσινόη ξεθάρρεψε κι έβγαινε να αγναντέψει την απέραντη θάλασσα που την έλεγαν Μεσόγειο. Προστατευμένη μέσα στη στιβαρή αγκαλιά του Φερδινάνδου, άφηνε το βλέμμα της να περιπλανιέται στη γαλάζια απεραντοσύνη της, όσο ο καιρός ήταν ακόμη καλός και τα βαθιά νερά ήρεμα. Και κάποια βράδια, κρυμμένη κάτω από τον μακρύ μανδύα της, ανέβαινε στο ήσυχο κατάστρωμα με τον άνδρα της για να κοιτάξουν τ’ αστέρια και τη μεγαλοσύνη του νυχτερινού ουρανού.
Ο Φερδινάνδος τής τα έδειχνε ένα ένα: τη Μεγάλη και τη Μικρή Άρκτο, την Αφροδίτη, τον Σκορπιό, που είχε κιόλας ανατείλει. Ήταν μια ανεπανάληπτη εμπειρία, γεμάτη μυστήριο και δέος, με τη σελήνη να φέγγει κάθε βράδυ όλο και περισσότερο, και να χορεύει στη νερένια επιφάνεια.
«Σε λίγες μέρες θα γίνει ολοστρόγγυλη, θα έχουμε πανσέληνο. Θα σε φέρω τότε να τη δεις, όπως δεν την έχεις αντικρίσει ποτέ άλλοτε», τον άκουσε να ψιθυρίζει στο αυτί της.
Η Αρσινόη είχε δει ως παιδί πολλές φορές πανσέληνο από την ταράτσα του πατρικού σπιτιού της και χαμογέλασε, θαρρώντας ότι ο Φερδινάνδος μιλούσε ρομαντικά· έκανε, όμως, λάθος. Τη νύχτα που σχηματίστηκε το ολόγιομο φεγγάρι, ο Φερδινάνδος, κρατώντας την υπόσχεσή του, την οδήγησε στο κατάστρωμα την ώρα που ανέτελλε. Ένας τεράστιος κόκκινος δίσκος, λαμπερός και παλλόμενος, την άφησε άναυδη. Όσο ανέβαινε, τόσο άλλαζε το χρώμα του, κι από κόκκινο γινόταν ασημένιο και μικρότερο, αφήνοντάς την άυπνη, μαγεμένη από τη μοναδική του εμφάνιση και την αντανάκλασή του στα σκοτεινά νερά.
• Μάθετε περισσότερα για το βιβλίο, διαβάστε τις 20 πρώτες του σελίδες, εδώ:
http://www.anemosekdotiki.gr/pezografia/fos.html
• Επικοινωνήστε με τη συγγραφέα:
https://www.facebook.com/dimitra.barboupapanastasopoulou?sk=wall&fref=gs&dti=1012808122125297&hc_location=group_dialog