Διαβάζουμε ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Ευτοπία – Τα χρόνια του μανιφέστου» (το 1ο βιβλίο της τριλογίας) της Άννης Παπαθεοδώρου

Άνεμος Magazine 06/08/2018 0

Η τηλεόραση, που βρισκόταν σε κάθε σπίτι, βομβάρδιζε τους πάντες με εικόνες καταστροφής. Μετανάστες και πρόσφυγες εξαθλιωμένοι, που πεινούσαν και σφάζονταν μεταξύ τους. Καθημερινές αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, αλλά και εγκλήματα, ληστείες, τρομοκρατικές πράξεις, δολοφονίες. Απ’ την άλλη, απειλές από γειτονικές χώρες και πολεμικές διαθέσεις. Αλλά και τεράστια κλιματική αλλαγή. Η κατάσταση που ζούσαμε ήταν, με όλη τη σημασία της λέξης, τραγική. Οι άνθρωποι ήταν σε απόγνωση και στα όρια της απελπισίας. Ο κόσμος όδευε με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή. Δεν χρειαζόταν να είσαι ιδιαίτερα έξυπνος για να το δεις. Παντού υπήρχε διάχυτος ο φόβος. Είχε φωλιάσει σε όλους ένας γενικός φόβος, για όλους και για όλα. Φόβος για την οικονομική κρίση, φόβος για τη φτώχεια, φόβος για την ανεργία, φόβος για τους τρομοκράτες, φόβος για τον πόλεμο, φόβος για τους μετανάστες, φόβος για τις αρρώστιες, φόβος για τη βροχή, φόβος για τους σεισμούς, φόβος για τους γιατρούς, φόβος για τους ανθρώπους, φόβος για τον φόβο. Ήταν σαν ο φόβος να ερχόταν σε στρώματα. Πρώτα σε κάλυπτε ένα στρώμα και μετά πάνω σ’ αυτό ερχόταν ένα άλλο στρώμα φόβου κι επικαθόταν. Και μετά άλλο και άλλο. Ώσπου στο τέλος δεν ήσουν τίποτε άλλο παρά άπειρα στρώματα φόβου. Μια πανοπλία από στρώματα φόβου, την οποία τίποτα δεν μπορούσε να διαπεράσει. Τίποτα ανθρώπινο. Όλα τα ανθρώπινα έμοιαζαν να έχουν χαθεί.
Τόσο ζοφερό ήταν το κλίμα εκείνη την εποχή. Οι άνθρωποι κλείνονταν από νωρίς στα σπίτια τους. Το να κυκλοφορείς στον δρόμο νύχτα έγινε σιγά σιγά τόσο επικίνδυνο που σύντομα ήταν απαγορευτικό. Το να πηγαίνεις σε δημόσιους χώρους έγινε επικίνδυνο, λόγω της τρομοκρατίας και της ανεξέλεγκτης βίας που άρχισε να εκδηλώνεται. Ακόμα και στο σπίτι σου δεν ένιωθες πια ασφαλής.
Στην αρχή ξεκίνησε η προσπάθεια ερμηνείας της κατάστασης. Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Αυτό το γιατί ήταν σε πρώτη ζήτηση. Και από αυτό ξεκίνησαν όλα.
Στην αρχή είπαν ότι φταίει ο υπερπληθυσμός. Η Γη, έλεγαν, δεν μπορεί να θρέψει τα δισεκατομμύρια που την κατοικούν. Ο Μάλθους έγινε ξαφνικά πάλι επίκαιρος. Στον καιρό μου δεν τον ξέραμε τον Μάλθους. Η μάνα έλεγε ότι είχε απορριφθεί. Δεν την πίστευα.
Μετά την 20η, τουλάχιστον, διεθνή συνδιάσκεψη για το περιβάλλον, τον υπερπληθυσμό, την οικονομική κρίση, τη βία και την τρομοκρατία, αποφασίστηκε η δημιουργία μιας επιτροπής που θα εξέταζε αυτά τα παγκόσμια προβλήματα. Θα συμμετείχαν όλα τα κράτη του πλανήτη, με αντιπροσωπείες από μεγάλους και διεθνούς κύρους επιστήμονες. Και αυτοί θα πρότειναν τη λύση. Όλος ο πλανήτης είχε στραμμένο το βλέμμα του πάνω τους. Είχε εναποθέσει τις ελπίδες του πάνω τους. Ανάμεσα σε όλους κι εγώ.
Είχα βέβαια την απορία: Άντε κι έβγαλαν ένα πόρισμα. Άντε και βρήκαν ένα σχέδιο για να θεραπεύσουμε όλα αυτά τα προβλήματα. Πώς τα κράτη θα συμφωνούσαν μεταξύ τους να εφαρμόσουν τα συμπεράσματα της επιτροπής; Δεν θα υπήρχαν κάποιοι που θα έπρεπε να πληρώσουν μεγαλύτερο τίμημα; Πώς θα το δέχονταν; Δεν έχουν όλοι το ίδιο επίπεδο ανάπτυξης, ούτε το ίδιο επίπεδο φτώχειας και προβλημάτων. Ποια θα ήταν η εφαρμογή στην Ευρώπη και ποια στην Αφρική; Θα μπορούσε να είναι ένα δίκαιο πρόγραμμα;
Απορίες μικρών παιδιών, έλεγε η μάνα. Γι’ αυτήν, όλα ήταν αυτονόητα. Ήταν μέρος ενός μεγαλύτερου σχεδίου, που δεν είχε ακόμα εμφανιστεί ολοκληρωμένο στα μάτια μας.
«Να είσαι βέβαιος» έλεγε, «το διακύβευμα θα είναι οικονομικό και μάλιστα για λίγους».
«Πάλι τα κομμουνιστικά σου…» της απαντούσα κι έκλεινα την κουβέντα.
«Να ξέρεις» έλεγε η μάνα, «ετοιμάζουν το έδαφος για κάτι πολύ άσχημο».
«Πάντα οι ίδιες απόψεις σου, πάντα η καταστροφολογία σου…» απαντούσα.
«Σκέψου λίγο» έλεγε, «σκέψου! Δεν είναι καταστροφολογία. Είναι απλή γνώση. Γνώση ιστορίας, αν θες να το πεις κι έτσι».
Η κατάσταση ήταν πραγματικά πολύ άσχημη. Κι αν υπήρχε μια περίπτωση να σωθεί από το πόρισμα των Σοφών, έπρεπε να πάρουμε το ρίσκο. Δεν υπήρχε άλλη λύση. Ήταν σαφές. Το ίδιο και για όλο τον κόσμο.
Πριν καν ακούσουμε το πόρισμα της Επιτροπής των Σοφών, ο κόσμος απαίτησε να εφαρμοστεί. Κανέναν δεν ένοιαζε τι ακριβώς έλεγαν οι Σοφοί. Τους ένοιαζε μόνο ν’ ακουστεί η φωνή τους. Τους ένοιαζε να εφαρμοστεί το πόρισμα. Ήταν σαν να πίστευαν εκ προοιμίου ότι αυτό που οι Σοφοί θα πρότειναν θα ήταν σίγουρα προς όφελος του κόσμου και θα ήταν σίγουρα προς δυσαρέσκεια των υψηλά ισταμένων, πολιτικών, τραπεζιτών, οικονομικά ισχυρών και λοιπών.
Ποιος σκέφτηκε ότι οι Σοφοί εκπροσωπούσαν τον κόσμο; Πώς σκέφτηκε κάτι τέτοιο; Μήπως ήταν όλοι παιδιά του λαού; Μήπως ήταν όλοι σκληρά εργαζόμενοι και βιοπαλαιστές; Πώς έγινε και το είδαμε όλοι έτσι;
Ήταν υποβολή. Μόνο που αδυνατούσαμε να το καταλάβουμε. Δεν μπορούσαμε καν να το υποψιαστούμε. Δεν μας περνούσε καν από το μυαλό. Κι όπως έλεγε η φοβερή γριά, η πλύση εγκεφάλου είναι μια ολόκληρη επιστήμη, όπως και η προπαγάνδα.
Τίποτα δεν καταλάβαινα. Τίποτα δεν υποψιαζόμουν. Να γιατί δεν συγχωρώ τον εαυτό μου. Γιατί είχα τα στοιχεία. Όλα τα στοιχεία. Και τα είχα εκεί δίπλα μου, ζωντανά, να μου φωνάζουν. Κι εγώ τ’ αγνοούσα. Κι έλεγα συνέχεια πως η φοβερή γριά είναι φαντασιόπληκτη, κολλημένη, μέχρι και παράφρων. Κι εγώ ήμουν ο παντογνώστης, ο έξυπνος, ο ατσίδας. Εμένα κανείς δεν μπορούσε να με κοροϊδέψει. Όχι με αυτόν τον δείκτη ευφυΐας, που με κατέτασσε στους εξυπνότερους ανθρώπους του κόσμου. Μήπως θα έπρεπε να ήμουν κι εγώ στην Επιτροπή των Σοφών;
«Μάνα» της είπα, «αν δεν εφαρμοστεί το πόρισμα, η άλλη λύση είναι να γίνει πόλεμος. Εσύ είσαι αυτή που το έλεγες πρώτη. Ότι οι κρίσεις τελειώνουν με πολέμους. Πάντα έλεγες ότι αυτό ισχύει και αποδεικνύεται ιστορικά. Αυτό θέλεις λοιπόν; Να γίνει πόλεμος; Ένας τρίτος παγκόσμιος πόλεμος;»
«Μα πόλεμος θα γίνει, γιε μου. Ό,τι γίνει θα είναι πόλεμος» απάντησε.

• Mάθετε περισσότερα για το βιβλίο και τη συγγραφέα, διαβάστε τις 20 πρώτες σελίδες του, εδώ:
http://www.anemosekdotiki.gr/pezografia/eutopia.html

Leave A Response »

Αποδείξτε ότι είστε άνθρωπος και όχι bot *