Έτυχε να κάθομαι δίπλα. Έτυχε η κουβέντα να γίνεται φωναχτά. Έτυχε να γίνω μάρτυράς της. Έτυχε να με ενοχλήσει. Έτυχε… Δεν ήξερα κανέναν από τους δύο. Όμως νομίζω πως τους ξέρω και τους δύο καλά. Τους έχω ξαναδεί. Τους έχω συναντήσει σε άπειρες στιγμές στη ζωή μου. Τους συναντάω καθημερινά. Τους συναντάω καθημερινά και παντού: στις παιδικές χαρές, στα σχολεία, σε εκδρομές, στην παραλία, σε καφετέριες. Είναι κάθε μέρα παντού. Είναι δίπλα μας. Και όχι, δεν είναι εξωγήινοι. Είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Είναι οι φίλοι μας. Είναι οι συγγενείς μας. Είναι οι άνθρωποι που αγαπάμε. Είμαστε όλοι εμείς.
…Και έλεγε η μάνα στο δύσμοιρο παιδί:
«Θα με πεθάνεις με τη συμπεριφορά σου.»
Έχω γίνει μάρτυρας αυτής της κουβέντας χιλιάδες φορές. Και χιλιάδες φορές μ’ έχει ενοχλήσει το ίδιο.
«Θα με πεθάνεις!»
Λες και το παιδί έχει τη δύναμη να σκοτώσει. Να σκοτώσει με λέξεις, με πράξεις, με συμπεριφορά. Λες και ο Θεός το προίκισε με τη δύναμη ζωής και θανάτου πάνω στους άλλους. Όχι βέβαια σε όλους τους άλλους. Η μάνα ισχυρίζεται πως, μόνο πάνω της έχει αυτή τη δύναμη. Και αυτή η δύναμή του, προκύπτει από την αγάπη της γι’ αυτό – για το παιδί της. Λες και η αγάπη, πρέπει να ναι βασανιστήριο. Λες και η αγάπη πρέπει να μπορεί να σκοτώνει.
Το πώς φέρεται κάποιος, είναι δικός του λογαριασμός. Πότε θα καταλάβουμε πως οι άλλοι δεν μας ανήκουν; Πότε θα καταλάβουμε, πως ούτε τα παιδιά μας -ίσως και κυρίως αυτά- δεν μας ανήκουν; Πότε θα καταλάβουμε πως ο άλλος, ο οποιοσδήποτε άλλος, είναι απλά αυτόνομος άνθρωπος; Πως το τι νοιώθει και το τι κάνει, δεν εξαρτάται από μας και δεν έχει να κάνει με μας, αλλά με εκείνον; Πότε θα καταλάβουμε πως ο καθένας έχει απόλυτο και αποκλειστικό δικαίωμα στη δική του ζωή;
Αν αυτά -δηλαδή τα αυτονόητα- μπορούσαμε να τα αντιληφθούμε και κυρίως να τα αισθανθούμε, νομίζω η ζωή μας, η ζωή όλων μας θα ήταν πιο εύκολη.
«Θα με πεθάνεις» είπε η μάνα στην κόρη. Και η κόρη δεν ήταν κανένα μικρό κοριτσάκι. Ήταν μεγάλη γυναίκα. Γύρω στα 30 ήταν. Και η μάνα απαιτούσε από κείνην μια διαφορετική αντιμετώπιση. Δεν ξέρω σε πιο πράγμα. Ούτε έχει και σημασία. Όποιο κι αν ήταν, δεν έχει σημασία. Η νέα γυναίκα προφανώς ερχόταν σε αντίθεση με την μεγαλύτερη. Και εκείνη χρησιμοποίησε το όπλο της. Το όπλο που έχουν όλες οι μανάδες του κόσμου: «Θα με πεθάνεις». Ο τρόπος για να πιέσουμε τον άλλον, να κάνει αυτό που εκείνος δεν θέλει, αλλά που θέλουμε εμείς.
«Κι αν αυτό που θέλουμε εμείς είναι πιο σωστό από αυτό που θέλει εκείνος;», θα πει κάποιος και εύλογα. «Και ποιος θα κρίνει το πιο σωστό;» θα πω εγώ. «Και σωστό για ποιον;» θα πω μετά. «Και σωστό για πότε; Και σωστό με ποια κριτήρια και ποια δεδομένα; Σωστό για τις απόψεις ποιου; Σωστό σύμφωνα με τις επιθυμίες ποιου;»
Κι αν, λέω κι αν, βλέπεις το παιδί σου να καταστρέφεται; Να τραβά ένα δρόμο, ομολογουμένως άσχημο και επικίνδυνο; Τι θα κάνεις; Θα το αφήσεις;
Όχι θα πω: δεν θα το αφήσεις. Θα προσπαθήσεις. Με νύχια και με δόντια θα παλέψεις να το σώσεις. Και θα το συμβουλέψεις και θα του μιλήσεις και ό,τι χρειάζεται και ό,τι μπορείς θα κάνεις. Ό,τι περνάει από το χέρι σου. Όμως με το «θα με πεθάνεις» σίγουρα δεν θα το σώσεις. Και επιπλέον, ποτέ αυτή η μικρή φρασούλα δεν χρησιμοποιείται για την αποτροπή των χειρότερων. Γιατί μάλλον, υποσυνείδητα έστω, έχουμε καταλάβει ότι εκεί δεν πιάνει. Συνήθως αυτή η μικρή φρασούλα, χρησιμοποιείται για απλά, καθημερινά πράγματα. Για απλά, καθημερινά πράγματα, που ωστόσο είναι η ζωή μας ολόκληρη. Γιατί η ζωή μας από την καθημερινότητα φτιάχνεται και είναι σ’ αυτήν την καθημερινότητα που ζούμε.
«Θα με πεθάνεις επειδή δεν διαβάζεις τα μαθήματά σου!»
«Θα με πεθάνεις επειδή δεν φοράς τη ζακέτα σου και θα κρυώσεις!»
«Θα με πεθάνεις επειδή δεν τρως τα φρούτα σου, αλλά τρως πατατάκια!»
«Θα με πεθάνεις, επειδή άργησες να γυρίσεις το βράδυ και ανησυχούσα!»
«Θα με πεθάνεις, επειδή οι παρέες σου δεν μ’ αρέσουν!»
«Θα με πεθάνεις επειδή εσύ κάνεις κάτι, που εμένα δεν μ΄ αρέσει!»
Πόσο παράλογο και ανορθόδοξο μπορεί να είναι αυτό!
Η όποια σχέση αγάπης έχουμε, δεν δικαιολογεί την απαίτησή μας να κάνει ο άλλος, αυτό που για μας είναι σωστό και καλό. Ο άλλος είναι άλλος. Και έχει το δικαίωμα να ζήσει τη ζωή, που αυτός επιλέγει. Όποια κι αν είναι αυτή.
Ούτε η μητρότητα δεν μας δίνει αυτό το δικαίωμα. Ούτε ακόμα κι αυτή που είναι ίσως η πιο άδολη αγάπη. Η πιο μεγάλη. Η πιο δυνατή.
Και γιατί ενοχλούμαι κάθε φορά τόσο πολύ από αυτήν την φρασούλα; αναρωτήθηκα. Είναι τόσο σημαντική; Ναι είναι. Γιατί από αυτή τη μικρή φρασούλα ξεκινάνε όλα τα κακά. Από αυτήν την φρασούλα ξεκινάει η προσπάθεια χειραγώγησης του άλλου. Από εκεί ξεκινάει η προσπάθεια να επέμβουμε και να παρέμβουμε σε ένα άλλο άτομο, με ένα άλλο «εγώ», με μία άλλη ζωή και στο τέλος με άλλες επιθυμίες. Και το κάνουμε παντού. Και μετά διδάσκουμε και τους άλλους να το κάνουν. Τα παιδιά μας μαθαίνουν από αυτή τη συμπεριφορά. Την διδάσκονται. Και μετά με τη σειρά τους την επαναλαμβάνουν. Και αυτό διαιωνίζεται. Η προσπάθεια να χειραγωγούμε τον άλλον ξεκινάει από εκεί.
Ποτέ δεν κατάλαβα, γιατί διαφορετικά άτομα θα πρέπει να έχουν ίδιες θελήσεις και ίδιες συμπεριφορές. Και δεν αναφέρομαι στο κοινωνικά αποδεκτό. Δηλαδή στην συμπεριφορά, που επιβάλλεται από το γεγονός, ότι είμαστε άτομα μιας κοινωνίας και οφείλουμε να συμπεριφερόμαστε σύμφωνα με τους κανόνες της (τους κανόνες του πολιτισμού και της εκάστοτε ηθικής). Αναφέρομαι στην ομοιότητα και στην ομοιογένεια συμπεριφορών, που δεν έχουν να κάνουν με τον άλλον τόσο, όσο με εμάς. Σε συμπεριφορές που ουδόλως θίγουν τους άλλους. Σε συμπεριφορές που απλά είναι διαφορετικές από αυτές του μέσου όρου. Σε συμπεριφορές που δείχνουν την ατομικότητα και την ξεχωριστή ύπαρξη του ατόμου.
«Μα εγώ» θα πεις «έκανα τα ίδια λάθη στα νιάτα μου. Μπορώ να αποτρέψω το παιδί μου να κάνει τα ίδια». «Δεν μπορείς», θα πω εγώ. Κανείς δεν μαθαίνει από τα λάθη των άλλων. Και η παλιά ρήση: «Πρέπει να πάθεις για να μάθεις» δεν ειπώθηκε τυχαία. Κι έπειτα, όλοι έχουμε δικαίωμα στα λάθη. Μάλιστα ίσως αυτό να είναι τελικά ελευθερία: το δικαίωμα να κάνεις λάθος. Και να το «λουστείς». Να πληρώσεις το κόστος γι’ αυτό. Και να μάθεις απ’ αυτό. Γιατί τότε η γνώση έχει αξία και νόημα. Όταν στηρίζεται στην εμπειρία.
Ας αφήσουμε τον άλλον να ζει, σύμφωνα με τις δικές του επιλογές και επιθυμίες. Ας αφήσουμε τον άλλον να είναι ελεύθερος. Ας του αλαφρύνουμε το φορτίο της ευθύνης που έτσι κι αλλιώς είναι μεγάλο. Του φτάνει η ευθύνη που έχει για την δική του ζωή. Μην του φορτώνουμε -τεχνητά και ψευδώς- την ευθύνη και της δικής μας ζωής που στο κάτω κάτω δεν είναι δική του….
• Επικοινωνήστε με τη συγγραφέα:
https://www.facebook.com/anapandorou?ref=br_rs