Το γράψιμο ήταν μια παιδική μου παρόρμηση. Θυμάμαι μια φράση από ένα διήγημα που άρχισα 12 περίπου χρονών, και δεν τέλειωσα ποτέ, γιατί με καλούσε το παιχνίδι. «Στον ανηφορικό επαρχιακό δρόμο ο Τομ ακολουθούσε το φορτωμένο κάρο, ενώ άρχισαν να πέφτουν οι πρώτες ψιχάλες….» Έβλεπα, από τότε, εικόνες που μου έδιναν ιδέες… Μου έρχονταν περισσότερο ξένα ονόματα παρά Ελληνικά, κυρίως γιατί ήθελα να αφορούν όλους αυτά που σκεφτόμουνα, και γιατί πίστευα ότι οι άνθρωποι όλης της γης μοιάζουν.
Το γιατί υπήρχε αυτή η παρόρμηση, δεν είναι ξεκάθαρο, αλλά μου άρεσε να φαντάζομαι πράγματα, όπου υπήρχα κι εγώ. Ένας δεύτερος λόγος, που κατάλαβα αργότερα, ήταν η έλλειψη επικοινωνίας με τους γύρω μου. Κυρίως, τους μεγαλύτερους. Τα ερωτήματά μου για τον κόσμο και την υποκριτική εικόνα του, τους φαίνονταν «αιρετικά». Δεν έμπαιναν στο κόπο να σκεφτούν τι τους λες, από φόβο μήπως καταλάβουν ότι η ζωή τους χαραμίστηκε. Γι’ αυτούς ο κόσμος ήταν άσπρος-μαύρος. Δεν ήταν και λίγο να διαγράφεις αυτά που κάποιοι πίστευαν μια ζωή γιατί τους βόλευαν;
Από τότε έκανα ένα άλμα, αρκετών ετών, πάνω από σπουδές στο Αριστοτέλειο πανεπιστήμιο, και στη δραματική σχολή, πάνω από στοχασμούς και εμπειρίες που συνεχώς επιδίωκα, για να βρεθώ κάποια μέρα στο Παρίσι. Εκεί, μέσα σε μια ατμόσφαιρα που μου ταίριαζε απόλυτα, άρχισα να γράφω το πρώτο μου μυθιστόρημα «Ένας χειμώνας τριών ετών» που είχε να κάνει με τη δραματική περιπέτεια ενός περιπλανόμενου νέου στην Ευρώπη. Δεν εκδόθηκε ποτέ, γιατί ήταν στα Ελληνικά, και δεν είχα την δυνατότητα να το προωθήσω. Από αυτό το μυθιστόρημα, όμως προέκυψε το βραβευμένο από το υπουργείο πολιτισμού θεατρικό μου έργο «Ένα δωμάτιο ευκαιρίας, και η τηλεοπτική σειρά «Χειμερινή έξοδος» στην ΕΡΤ, που ήταν μια διασκευή και προσαρμογή που μυθιστορήματος σε σενάριο 11 επεισοδίων.
Μετά το βραβείο, επικεντρώθηκα περισσότερο στο γράψιμο, αλλά κυρίως στον τομέα του σεναρίου, που ήταν πιο κοντά στην ιδιότητά μου ως ηθοποιός. Με απασχολούσε έντονα και η κινηματογραφική σκηνοθεσία. Έτσι όλα έβρισκαν έκφραση στο γράψιμο σεναρίων, και στις περιγραφές εικόνων. Υπάρχει ένα μεγάλο υλικό θεμάτων με ανάπτυξη. Ανάμεσά τους και το «Καταφύγιο στη βροχή», που περίμενε να γίνει ταινία. Κάπου μέσα μου, όμως ήθελα να γίνει μυθιστόρημα πρώτα. Εκεί θα μου έδινε τη δυνατότητα να εμβαθύνω στους χαρακτήρες και στις κοινωνικές εμμονές και συνθήκες που τους περιβάλουν, και κατά ένα τρόπο, περιβάλουν όλους μας. Να δώσω μια ιστορία ερωτική και ταυτόχρονα επικίνδυνη. Μια ιστορία που έπρεπε να γεφυρώσει ένα παρελθόν σκοτεινό, και διπλά καταζητούμενο, μ’ ένα παρόν απρόσμενο, που έξαφνα, ανακαλύπτει κι άλλους δρόμους, πιο ανθρώπινους, αλλά απαγορευτικούς, γιατί το δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης παραχωρήθηκε σε άλλους για τη ματαιοδοξία της μεγάλης και εύκολης ζωής.
Σ ένα φόντο μουντό, βροχερό, μια όμορφη γυναίκα, για πολλοστή φορά προσπαθεί να ξεφύγει από τους εφιάλτες της νυχτερινής ζωής της, έχοντας ήδη πάνω της τις επιπτώσεις της ψυχολογικής βίας πολλών ετών. Οι αντιδράσεις της είναι επιθετικές και ανεξέλεγκτες, ακόμη κι όταν έχει ανάγκη. Η νύχτα όμως αυτή είναι άγρια, και απρόβλεπτη σαν την καταιγίδα που έχει ξεσπάσει. Μια σειρά γεγονότων, θα τη φέρουν, ξαφνικά, σε έναν άλλο κόσμο. Στον παράξενο και στοχαστικό κόσμο ενός συγγραφέα, που δεν είδε με συμπάθεια τη συμπεριφορά της, ούτε εύρισκε κοινό σημείο κάποιας επαφής μαζί της. Ήταν μια αναγκαστική προσωρινή συνεύρεση, που είχε μόνο την περιέργεια της κατάληξης.
Και τότε, ανοίγοντας ο καθένας σιγά-σιγά τα μικρά παράθυρα της ψυχής του, ανακαλύπτει κάτι άγνωστο, στον άλλον. Σαν κάτι από αυτό που του έλειπε. Κι οι δυο ανακαλύπτουν ένα νόημα τόσο ελκυστικό και απρόβλεπτο, που πλέον καθορίζει τις ώρες και μέρες τους. Διότι κι οι δύο ξέρουν ότι αυτή η ξαφνική έλξη υπονομεύεται από το παρελθόν της. Εκείνος ελάχιστα ξέρει, αλλά καταλαβαίνει και διαισθάνεται από το περιστατικό που έζησε. Όσο σφίγγει η σχέση τους, τόσο επιδεινώνονται οι συνθήκες, και ο χρόνος τους εξαντλείται μέσα σε δραματικά και ανατρεπτικά περιστατικά, μέχρι να φτάσουμε στο φινάλε… Και τότε, ανακαλύπτουμε ότι το «καταφύγιο» μπορεί να είναι και στο μυαλό μας.
«Για κάθε γέλιο μου έχω πολεμήσει με τη θλίψη…» λέει σε μια έντονη στιγμή της η ηρωίδα. Όπως ο καθένας πολεμάει με τη θλίψη του, όταν «πληρώνει» τις επιλογές που αρνείται η ψυχή του.
Και κάπου αλλού πιο κάτω, αναζητώντας τις αιτίες, λέει… «Όταν μεγαλώνεις στο δωμάτιο με τις κούκλες και με την εμμονή να μοιάσεις στην πιο όμορφη, για να σε θαυμάζουν, και τη στολίζεις κάθε μέρα για να γίνει ομορφότερη, τι μυαλό σου μένει να σκεφτείς και να καταλάβεις ότι θα πουλιέσαι και σαν κούκλα…»
Να ήταν και μόνο αυτό; Με ό,τι επιφυλάσσει η εξέλιξη και το φινάλε, θα δούμε ότι δεν ήταν μόνο αυτό. Πιστεύω αξίζει να το μάθετε, είτε σαν τραγωδία, είτε σαν λύτρωση, είτε και τα δυο!
• Επικοινωνήστε με τον συγγραφέα:
https://www.facebook.com/profile.php?id=100003622392491&ref=br_rs
• Σχετικοί σύνδεσμοι:
http://www.anemosekdotiki.gr/syggrafeis/pezografia/kostas-simenos.html
https://www.facebook.com/simenoskostas/?ref=br_rs