Η προσωπική μου σχέση με την ηθοποιό Άννα Παντζέλη, είναι μία ιστορία που μετράει χρόνια πια. Της ζήτησα να έρθει αν θέλει ν’ αποδώσει σε θεατρική ανάγνωση, αποσπάσματα από κάποιο μυθιστόρημα, για το οποίο ήθελα άτομο με φως, για να μπορεί να φωτίσει. Την πρώτη μας επαφή την θυμάμαι κι ας πέρασαν χρόνια, μου ‘ρθε εργατάκι στον εγγύτερο χρόνο, δοτική, άμεση, έτοιμη επιπλέον για πρόβα! Θέλω να σας εμπιστευθώ, πως όταν η ζωή με φέρνει πλάι σε τέτοιους ανθρώπους, τότε δε τους αφήνω να φύγουν ποτέ. Και φέτος, χάρηκα πολύ στο ανέβασμα μιας παράστασης, σε θεατρικό κείμενο δικό της, κάτι διπλά ενδιαφέρον. Το ‘βαλα στην ατζέντα, πήγα και είδα την παράσταση από την πρώτη σειρά, το έργο ξεκίνησε, και μόνο τότε διαπίστωσα ότι πλάι στην Άννα, συμπρωταγωνιστεί στο ρόλο της αδερφής της, η Λίνα Μαρκάκη, που ‘χω να δω χρόνια, αλλά κάποτε, απόλαυσα σαν ολόδροσο ταλαντούχο κορίτσι, πλάι στην Αλίκη Βουγιουκλάκη, πρώτα στην ιδιαίτερή μου πατρίδα κι έπειτα στην Αθήνα, σε ρόλους και παραστάσεις αξιώσεων.
Και χάθηκα μαζί τους σ’ ένα σενάριο ζωής για δύο πρόσωπα, που λησμόνησαν να ζήσουν ουσιαστικά, δυο γυναίκες στην ηλικία της αθέλητης και αθέμιτης για κείνες ωριμότητας. Τι έχει φταίξει κι είναι ακόμα, κάτω από την ίδια στέγη; Πόσο σουρεάλ ή πώς λιγάκι «φεύγα μυαλό», η ζωή συνεχίζει γι’ αυτές;
Δεν αρέσκομαι στο να περιγράφω ή να ανατομώ παραστάσεις. Από το θέατρο πέρασα σαν επαγγελματίας, διάγω βίον ευτυχή ωστόσο και σαν θεατής και μόνο προσεγγίζω παραστάσεις. Το θέατρο είναι μυσταγωγική λειτουργία και σαν τέτοια μονάχα μπορώ να την υπερασπιστώ, στο μυαλό και στο πλευρό πάντα του ηθοποιού. Που θέλει να μιλήσει για το έργο του εδώ, αλλά μετά σε περιμένει εκεί, στην ατμόσφαιρα και στο κλίμα, που έχει διαμορφώσει. Για να συμμετάσχεις στη ροή μιας αληθινής παράστασης. Μιας παράστασης, που σε κοιτάει στα μάτια, σαν αυτή που είδα.
Και προτίμησα, να μοιράσω περισσότερες ιδέες μου, στην ερωτήσεις. Δείτε τι κουβεντιάσαμε με την Άννα Παντζέλη.
Και κάτι ακόμα! Είναι εντυπωσιακό, αλλά εξίσου και φυσικό, για μια παράσταση, που είναι προγραμματισμένη να ξεκινήσει με την έλευση του Οκτώβρη αντί να ολοκληρώσει τις παραστάσεις της στα μισά του χρόνου, παίρνει παράταση ως το τέλος της σεζόν! Χαίρομαι τόσο, που το κοινό διακρίνει και στηρίζει τέτοιες παραστάσεις, ψυχικά και βαθιά ανθρώπινα δοσμένες. Χαίρομαι, που συνεχίζει να συγκινεί, το ειλικρινές τους συναίσθημα.
γ.φ.
Τι σε ώθησε στη συγγραφή ενός τόσο σκληρού και ταυτόχρονα ευαίσθητου θεατρικού έργου;
Άννα Παντζέλη: Ξεκίνησα να γράφω τρία έργα ή μάλλον ξεκίνησα ένα… στην πορεία πήγε αλλού η ηρωίδα, την έβαλα σε ένα δεύτερο έργο κι όταν το τελείωσα, μου βγήκε η Μαρία, ένα ναυάγιο… και την έβγαλα κι από κει… μου έβγαλε πολύ «ζουμί» ας μου επιτραπεί η φράση κι έτσι με αντίβαρο την αδερφή της Στέλλα, επίσης αποτυχημένη σε όλες τις σχέσεις της αλλά και γενικότερα στην ζωή της, ήρθε κι έδεσε η αδερφική σχέση και συμβίωση, ήρθε και ο Μάρκος και εγένετο «o Ένοικος».
Στην παράσταση όπου συμπρωταγωνιστείς με την Λίνα Μαρκάκη, τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε στη διαδικασία της ανάγνωσης και της πρόβας;
Άννα Παντζέλη: Οι μόνες μας δυσκολίες ήταν οικονομικής φύσεως. Δύσκολα να βρεις αίθουσα να κάνεις κάθε μέρα επί ενάμιση μήνα πρόβες κι όταν μάλιστα η Λίνα μένει στα νότια προάστια κι εγώ στα βόρεια… ένα «θεματάκι» ήταν και η απόσταση. Η Λίνα μας φιλοξένησε έναν ολόκληρο μήνα στο σπίτι της. Ανάγνωση και ψάξιμο έγιναν όλα στο Παλαιό Φάληρο, εκεί γεννήθηκε η παράσταση και το στίγμα της. Μετά 20 μέρες στο Αλκμήνη… πρόβες, κοστούμια, σκηνικά, μουσικές φωτισμοί και μια όμορφη παρέα όλοι μας ξεκινήσαμε το ταξίδι της Κυριακής. Άλλο θέμα με την Λίνα δεν είχαμε. Γνωριζόμαστε πάνω από 15 χρόνια, με ξέρει καλά και την καταλαβαίνω απόλυτα. Είχαμε πολύ αρμονική συνεργασία. Παλεύαμε η μια για το καλύτερο της άλλης, δεν υπήρξαν στιγμές που θα μας έφερναν σε κόντρα, φαινόμενο συχνό όταν οι συνεργάτες είναι και φίλοι. Η Λίνα έχει ένα βαρύ θεατρικό παρελθόν… είναι μεγάλη θεατρίνα, ο πολύς κόσμος βέβαια μας αναγνωρίζει από την τηλεόραση… έτσι και την Λίνα, αλλά εκτός από την αναγνωρισιμότητα της έχει και το τάλαντο της υποκριτικής τέχνης, αυτό το βλέπει ο θεατής από την πρώτη σκηνή.
Χρειάστηκε να εισάγεις τη Λίνα στο πνεύμα της παράστασης, νιώθοντας πως λειτουργείς σαν σκηνοθέτης του έργου ή μπήκε αμέσως στο δικό σου πνεύμα και αφεθήκατε στο να δουλέψετε συντροφικά;
Άννα Παντζέλη: Έπρεπε να λειτουργήσω σαν σκηνοθέτης και μάλιστα σε δικό μου έργο… να το διαβάσω σαν ξένο, να το αμφισβητήσω και μετά να το αγαπήσω και να κάνω τις σελίδες πράξεις θεατρικές και τις ηρωίδες ρόλους. Όταν η Λίνα Μαρκάκη πήρε το έργο να το διαβάσει και να μου απαντήσει, μέσα σε μισή ώρα μου τηλεφώνησε και μου είπε «ναι, θέλω να παίξω… μου αρέσει και πάμε… πότε ξεκινάμε πρόβες;» Ετοιμαζόμουν για τα Χανιά και τις είπα πως θα επιστρέψω σε 15 μέρες για να αρχίσουμε πρόβες. Επέμενε να βρεθούμε από πριν να πιούμε ένα καφέ και να τα πούμε. Βρεθήκαμε, κάναμε την πρώτη ανάγνωση και τα είπαμε περίπου 6 ώρες… όταν την αποχαιρέτησα κατάλαβα πως η Στέλλα του Ενοίκου ήταν ήδη η Λίνα. Είχε καταλάβει κάθε φράση της, είχε ήδη μπει στην ψυχοσύνθεση της, ήξερε γιατί έγραψα ότι έλεγε η Στέλλα και τι κρυβόταν από κάτω, τι κουβαλούσε μέσα της. Στην επιστροφή μου από τα Χανιά, η πρώτη μας πρόβα ήταν μαγική… είχα μια Λίνα διαβασμένη και ψαγμένη. Έδωσε το στίγμα της στο ρόλο κι αυτό με έκανε πολύ χαρούμενη.
Πιστεύεις ότι ο ηθοποιός πρέπει να μαθαίνει συνέχεια, μέσα από την ενασχόλησή του στη διαδικασία για το ανέβασμα μιας παράστασης;
Άννα Παντζέλη: Όταν ο ηθοποιός πάψει να μαθαίνει και να σπουδάζει, χάνει αυτόματα το ταλέντο του. Ο θεατρίνος είναι ένα παιδί. Μελετάει, παρατηρεί, αμφισβητεί, παίζει, κλαίει, γελάει, φαντάζεται, επικοινωνεί… σαν ένας μικρός μαθητής. Αυτό τα λέει όλα, γι αυτό και είναι παιδί. Αν το χάσει αυτό χάνει και το ταλέντο του. Η μόνη του διαφορά είναι πως πάνω στην σκηνή πρέπει να είναι, απέναντι στο κοινό, σαν ο πιο σεμνός και σοβαρός μεγάλος.
Δύο αδερφές, ξεχασμένες από τη ζωή, αφημένες σε μια νύχτα μυστικών κι αποκαλύψεων, εκμυστηρεύονται σταδιακά στον θεατή, τις διαφορετικές ψυχικές συγκλίσεις τους για την κοινή τους ζωή, όπως τη μοιράστηκαν ως τώρα. Σας δυσκόλεψε να αναμετρηθείτε με τις επιθυμίες και τα «φαντάσματα» των ηρωίδων που υποδύεστε;
Άννα Παντζέλη: Ο καθένας κουβαλάει άλλα φαντάσματα, άλλα βιώματα, άλλα απωθημένα… Ο ηθοποιός έρχεται να ανασύρει είτε από την ζωή του είτε από τους γύρω του, εικόνες και συναισθήματα, να τα κάνει δικά του, σαν να τα έχει εκείνος βιώσει και να τα ξαναζήσει μπροστά στο κοινό. Γι αυτό λέμε πως πρέπει να είμαστε συνεχώς παρατηρητικοί… και να κρατάμε σαν φυλαχτό τον κάθε τύπο που συναντάμε… τον όποιο χαρακτήρα γνωρίσουμε, συναντήσουμε ή απλά και μόνο δούμε… όλα είναι χρήσιμα, είναι τα εργαλεία μας αυτά.
Πιστεύεις ότι μια γυναίκα στο μεταίχμιο της μέσης ηλικίας, έχει ακόμα τις δυνατότητες να ορίσει διαφορετικά το μέλλον της; Μπορεί να λειτουργήσει ανατρεπτικά ή είναι μονόδρομος, να καταπίνει κάθε μέρα απ’ την αρχή, τις πίκρες για τις επιλογές που έκανε ή δεν έκανε στην πρώτη νιότη της;
Άννα Παντζέλη: Η καθημερινότητα μας, η συνήθεια και τα χούγια μας έρχονται με τα χρόνια και γίνονται δεύτερη φύση μας… Δύσκολο να ξεφύγεις από την ίδια σου την φύση. Μερικές φορές μπορεί να τα καταφέρει κάποιος, σπάνιο βέβαια, τόσο σπάνιο που νομίζω πως απλά και μόνο επιβεβαιώνει τον κανόνα: Δεν αλλάζει ο άνθρωπος μετά από μια ηλικία. Πρέπει να γίνει κάτι τραγικό για να γυρίσει το μάτι του και να τα δει αλλιώς.
Η μάνα, που αναφέρεται συχνά στο κείμενο, με την άνιση μεταχείριση των νεαρών κοριτσιών της αφήνει στην ψυχή και των δύο παιδιών της δυναμικά το στίγμα της. Μήπως αυτό προδιαγράφει ουσιαστικά το γκρίζο μέλλον τους;
Άννα Παντζέλη: Μα όλα ξεκινάνε από την οικογένεια. Και δεν είναι απαραίτητο να υπάρχουν ακραίες συμπεριφορές, αρκεί η καθημερινή επαφή, ο διαχωρισμός ανάμεσα στα παιδιά, η σύγκριση μεταξύ τους, η συνεχής κριτική… τα επίθετα. Όλα αυτά επηρεάζουν τόσο πολύ το μέλλον μας, θα έλεγα πως το σηματοδοτούν και όταν πια γίνουμε ενήλικες κουβαλάμε τόσα πολλά που δύσκολα τα ξεφορτώνουμε από την ψυχή μας.
Τι εντυπώσεις αφήνει στο κοινό που έρχεται και βλέπει την παράσταση τόσο το έργο σου, όσο και οι ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστικών γυναικείων ρόλων σας;
Άννα Παντζέλη: Το κοινό… αχ αυτό το υπέροχο κοινό πόση δύναμη μπορεί να δώσε σε ένα θεατρικό έργο, λες και κάτι μαγικό συμβαίνει και συνεννοούνται να βρεθούν όλοι για να σε τιμήσουν. Αυτό το κοινό φέτος που μας έχει αγκαλιάσει από την πρώτη παράσταση, μας στηρίζει κάθε Κυριακή και χωρίς καμιά άλλη διαφήμιση συνεχίζουμε, πήραμε παράταση και είμαστε πολύ χαρούμενες γι’ αυτό, είναι εκεί κάθε Κυριακή και γελάει και κλαίει μαζί με μας, και ζει την κάθε σκηνή που παίζουμε από τις θέσεις του… είναι δίπλα μας στο συναίσθημα, λες κι αόρατα παίζει μαζί μας στην σκηνή. Μόλις τελειώσουμε κι ανάψουν τα φώτα, έρχεται στην σκηνή, με δάκρυα να μας πει το δικό του βίωμα, την δική του ιστορία, εμπειρίες φίλων και συγγενών. Είναι τόσο ανοιχτό απέναντί μας που πολλές φορές μας εξομολογούνται πράγματα εντελώς προσωπικά, που μας εκπλήσσουν κι εμάς τις ίδιες… Η λύτρωση δεν έρχεται μόνο για τις ηρωίδες αλλά και για τους θεατές.
Πιστεύεις ότι στην Ελλάδα, αντιμετωπίζουμε ζήτημα ρεπερτορίου στο ανέβασμα θεατρικών έργων, που ‘ναι γραμμένα από Έλληνες/ίδες συγγραφείς;
Άννα Παντζέλη: Όπως έχουμε πολλούς και καλούς ηθοποιούς, έτσι έχουμε και δυνατές πένες. Ζούμε σε δύσκολες εποχές κι αυτό έχει πολλά άσχημα αλλά έχει και ένα καλό, σε βάζει σε σκέψεις, πρέπει να πάρεις θέση… αν θα παραμείνεις άνθρωπος με αγάπη προς τον συνάνθρωπό σου ή θα χαραμίσεις την ψυχή σου στην μαυρίλα και το μίσος. Η συλλογικότητα είναι η δύναμη στην τέχνη. Όταν το καταλάβουμε αυτό τότε θα έρθει η ακμή, αληθινή αυτή την φορά και όχι εικονική και πλασματική.
Τι σ’ ενοχλεί σαν ηθοποιό ή σαν θεατή, τι απεχθάνεσαι; Τι θαυμάζεις;
Άννα Παντζέλη: Σαν καλλιτέχνης θαυμάζω τους ταλαντούχους ανθρώπους που αφήνουν τους άλλους να τους χαρακτηρίζουν έτσι και δεν πουλάνε «δήθεν» γιατί δεν το έχουν ανάγκη. Με κανέναν πραγματικά μεγάλο που δούλεψα από μαθήτρια της σχολής ακόμα, δεν ένιωσα έπαρση ή σταριλίκι από την μεριά τους. Είναι τόσοι πολλοί που θα αδικήσω κάποιον. Και θα σου πω τι με ενοχλεί σαν άνθρωπο. Ο φθόνος και η μισαλλοδοξία.
Πες μου αν θέλεις, τι σημαίνει για σένα σεβασμός απέναντι στο θεατρικό κοινό και τι όχι;
Άννα Παντζέλη: Σεβασμός στο κοινό είναι να δώσεις την αλήθεια σου πάνω στη σκηνή κι αυτό θα το καταλάβει, να είσαι σίγουρος. Κι αν ξεγελαστεί μια δυο φορές, να ξέρεις θα σου γυρίσει την πλάτη και όσα σήριαλ και να κάνεις… όσα σκάνδαλα και φωτογραφίσεις… στο ταμείο του θεάτρου δεν θα το δεις. Είπαμε, αυτό το κοινό του θεάτρου, έχει μέσα του πολιτισμό. Όταν ο άλλος έρχεται από την ζεστασιά του σπιτιού του, το βόλεμα του καναπέ και της τηλεόρασης και δίνει 10-12 ευρώ για να σε δει, πρέπει να τον τιμήσεις στο δεκαπλάσιο.
Ενυπάρχουν μέσα σου, θεατρικά έργα και συγγραφείς που θα ’θελες να ερμηνεύσεις στη σκηνή; Έχεις κάποιο τέτοιο όνειρο, που να σε τριβελίζει για κάποια μελλοντική παράσταση; Ή μήπως δουλεύεις πάνω σε κάτι καινούργιο και πάλι δικό σου;
Άννα Παντζέλη: Είναι τόσα πολλά τα έργα Ελλήνων και ξένων μεγάλων συγγραφέων που θα ήθελα να παίξω κάποτε. Αλλά τώρα δουλεύω ένα έργο μου, τελειωμένο βέβαια, με 9 πρόσωπα, το διαβάζω και αφαιρώ το διαβάζω και προσθέτω το διαβάζω και τρελαίνομαι τις νύχτες μόνη μου με το πληκτρολόγιο… την αυγή το αναθεωρώ… το μεσημέρι το σκηνοθετώ κι άντε φτου κι από την αρχή. Είναι πολλά τα πρόσωπα και δεν θέλω να είναι κανένας αδικημένος, όχι στα λόγια και το μήκος τους, αλλά στο χαρακτήρα και στην σκηνική του παρουσία.
Το πρωτότυπο έργο της Άννας Παντζέλη «Ο Ένοικος» θα παρουσιάζεται από την Κυριακή 1η Οκτωβρίου και κάθε Κυριακή στις 18:30 στο θέατρο «Αλκμήνη». Πρόκειται για ένα ψυχολογικό δράμα με τις καθημερινές τριβές αλλά και τις πικρές αλήθειες που κρύβει συνήθως μια συγγενική σχέση. Με αφορμή τα γενέθλια του ενοίκου τους , Μάρκου, δύο γυναίκες – αδερφές, που δεν τα κατάφεραν στην ζωή τους, αρχίζουν να ξετυλίγουν το παρελθόν τους και να αλληλοσπαράζονται .Η οικογένεια, τα βιώματα, οι παιδικές κόντρες αλλά και οι ξεχωριστές μα και τόσο ίδιες ζωές τους, γίνονται σκιές που τις καταδιώκουν αλλά και τις λυτρώνουν ταυτόχρονα.
Ταυτότητα της παράστασης:
Ο Ένοικος, της Άννας Παντζέλη
Παίζουν: Άννα Παντζέλη και Λίνα Μαρκάκη
Σκηνικά: Γιάννης Μυρσιώτης
Κοστούμια: Λένα Μηνά
Μουσική: Χρίστος Τσαπάρας & Αθηνά Μπαρδάκου
Φωτισμοί: Τάκης Μπαρδάκος
Φωτογραφίες: Αντώνης Συμεωνάκης
Θέατρο Αλκμήνη
ΑΛΚΜΗΝΗΣ 12 Μετρό Κεραμεικός τηλέφωνο 210 3428650
Από 1η Οκτωβρίου και κάθε Κυριακή στις 18:30 ως το τέλος της σεζόν!
Τιμές Εισιτηρίων
Ταμείο: 12€
Προπώληση: viva.gr 8€
Φοιτητικά, Ανέργων, ΑΜΕΑ 8€