Μου λείπουν βιταμίνες. Θα μου στύψεις λίγο ήλιο; Μου ροκανίζει ο χρόνος ξέφτια στιγμών. Τρέχω να τον προλάβω τον αλήτη. Εξουθενώνομαι μερικές φορές, πονάω πράγματι, μα έχω ακόμα λέξεις στη φαρέτρα μου. Παίζω γερή άμυνα, να ξέρεις. Δε θα με δεις στα γόνατα εμένα… Λεπίδα αυτός; Σπαθί εγώ!
Κι ας μη μου κάνει τα χατίρια ο άτιμος. Κι ας μη τον νοιάζει που κοντά σου θέλω να ‘μαι. Χωρίς ρολόγια, αδίστακτα, στα δύο μέτρα. Που ψάχνω μια παρένθεση για ν’ απολαύσω ένα ποτό και μερικούς καφέδες. Με τους ξεχωριστούς μου ανθρώπους, αγκαλιά… Που τόσες χώρες με προσμένουν να τις περπατήσω. Και να γράψω, αχ… χορεύοντας τ’ όνομά μου, σε μια πέτρα τους.
Τι κι αν με στέλνει στα βαθιά, σε μίζερα αδιέξοδα; Βουτάω σ’ όμορφες φωτογραφίες και με χάνει. Έχει η ζωή το γιατρικό για να μας σώζει. Ένα “μαζί” που τον πετάει απέξω. Άστον να προσπαθεί να μας το θάψει. Τι αλχημείες του εγκεφάλου μηχανεύεται… Άστον να συσσωρεύει μες στο βλέμμα μας όλο εικόνες, πρόσωπα, καινούρια θαύματα… Παλιό το κόλπο. Δεν θα πιάσει.
Τι κι αν το κάθαρμα, δε δίνει σημασία; Που τόσα αστέρια, γαλαξίες, δεν θα εξερευνήσουμε. Που συναρπαστικά βιβλία δεν θα διαβαστούν. Τόσοι μονάχοι χωρίς ταίρι θα γεράσουν, με μόνη βέρα κάποιους κύκλους των ματιών… Ακούραστος στο αιώνιο έργο του, τις σαμποτάρει τις κλεψύδρες μας, με τ’ απειλητικά τικ τακ. Τικ τακ… Τικ τακ…
Μα, δεν υποχωρώ, στο λέω. Ούτ’ ένα βήμα πίσω. Γιατί ήμουν, ένιωσα, μύρισα, άκουσα, είδα, άγγιξα. Γιατί είμαι… Βιώνω ακόμα. Εντάξει, μερικές πινελιές πες πως τις σβήνει, αλλά στα κάδρα μου ανασαίνουν χρώματα. Δε θα νικήσει. Γιατί αν ξεχάσω, αν με λαβώσει η λήθη ή την περάσω την Αχερουσία, θα με θυμάσαι εσύ. Κι εσύ… κι εσύ… Κι εσύ. Αστραποβόλο ολόγραμμα, θα με φυλάει η σκέψη σου. Θα ‘ρθει ένα αύριο… Ένα παράθυρο θ’ ανοίξει και θα πιούμε ουρανό.
Η καρδιά μου εξάλλου, δε συγχρονίζεται με τα ..τικ τακ του. Η μόνη αριθμητική της είν’ οι χτύποι της. Δεν τους μετράει ποτέ. Τάματα και παρακάλια ούτε που καταδέχεται. Λιγώνει με τη ζάχαρη από παλιά. Τον βάζει στο Προκρούστειο κρεβάτι της τον πονηρούλη χρόνο και τον τεντώνει, τον επιμηκύνει, τον διπλασιάζει… Του κλέβει μόνιμα λεπτά για τα δικά της τα τραγούδια.
Και σ’ αυτόν τον κόσμο αν δεν πει η καρδιά σου το τραγούδι της, αν δεν βάλεις μια κόκκινη φωτιά να κάψεις λίγο μαύρο, αν δεν ενώσεις τα κομμάτια μερικών, ραγισμένων ανθρώπων, με τα δικά σου, τι θ’ αξίζει να θυμάσαι; Τι, ε;
Κι εγώ σου το ‘πα. Πολλές φορές. Άλλη Αθανασία απ’ τη Μνήμη, δεν υπάρχει.
• Επικοινωνήστε με τη συγγραφέα:
https://www.facebook.com/aikaterini.tempeli?fref=ts
Αικατερίνη Τεμπέλη – επίσημη Σελίδα
http://aikaterinitempeli.wordpress.com
http://www.anemosekdotiki.gr/pezografia/potami.html