Αγαπημένο μου ημερολόγιο μεγαλώνω κι εσύ δείχνεις πως φτάσαμε γρήγορα πάλι στο τέλος του χρόνου και μου θυμίζεις πως είναι Χριστούγεννα σε ένα κόσμο που φοβάται το φως. Σε ένα κόσμο που φοβάται την σκιά, ενώ αυτή αποτελεί ένα εμπόδιο (αδιαφανές) που διακόπτει την πορεία του φωτός. Σε αυτό τον κόσμο που ψάχνει για ένα αυθόρμητο χαμόγελο, χωρίς εξαναγκασμό. Το χαμόγελο πια βγαίνει εξαναγκαστικό, βεβιασμένο, δημιουργώντας μια άλλη σκιά στο κατώτερο τμήμα κάθε προσωπικότητας.
Αναρωτιόμαστε για τους πλούσιους και τους φτωχούς και το χάσμα που υπάρχει, χάσαμε τους εαυτούς μας, ασχολούμενοι πάντα με τους άλλους και οι άλλοι με μας, ποινικοποιήσαμε την αγάπη, τον έρωτα, την συντροφικότητα, την έγνοια, την συνεργασία, την ισότητα, την διαφορετικότητα, τον συναισθηματισμό, τραβήξαμε ένα Χ, ένα κεφαλαίο Χ, χάνοντας την ανθρωπιά μας αφού χάσαμε πρώτα τον εαυτό μας.
Έρχεσαι λοιπόν τώρα καλό μου ημερολόγιο για να μου πεις πως ήρθαν τα Χριστούγεννα και να μου υπενθυμίσεις με αυτό τον τρόπο βάζοντας κι ένα μεγαλοπρεπέστατο πρέπει μπροστά, να σταθώ: στο νόημα, στην προσφορά, στην αγάπη, στο δώρο, στο νόημα της οικογένειας, να δώσουμε αγάπη σε όσους εκτιμούμε και ανήκουν είτε στον κλειστό μας κύκλο, είτε σε γνωστούς και φίλους.
Όλα αυτά, με καλείς να τα πράξω αυτές τις μέρες καλό μου ημερολόγιο, αγνοώντας αυτές τις περίπου 350 που πέρασαν. Σαν να μην έφτανε αυτό, μου συγκεκριμενοποιείς και την αγάπη – «αγάπη σε όσους εκτιμούμε και ανήκουν είτε στον κλειστό μας κύκλο, είτε σε γνωστούς και φίλους», οι υπόλοιποι ας χαθούν μέσα σε ένα μίσος, καμία αξία και σκέψη, καμία αναφορά. Συμμάχησες κι εσύ ως ημερολόγιο στην ανθρώπινη πραγματικότητα της καθημερινότητας, γινόμενο ένα ουδέτερο άψυχο υλικό φτιαγμένο για ένα κόσμο που συνέχεια φοβάται.
Ίσως γιατί δεν έμαθε να αγαπάει ποτέ. Ίσως γιατί δεν θέλει να αγαπάει. Μπορεί σε αυτό τον τόπο όλα να υπάρχουν σε αφθονία αλλά να περισσεύει η υπερβολή. Ξεχάσαμε να αγαπάμε με αποτέλεσμα να χάσουμε το νόημα του θρήνου. Θρηνούμε για οτιδήποτε εκτός της χαμένης αγάπης. Κάπως έτσι χάσαμε την αισθητική και την δημιουργία. Μέσα σε όλο αυτό, τι μου ζητάς να κάνω ακριβό μου ημερολόγιο;
Ψάχνω για ένα ειλικρινές αυθόρμητο χαμόγελο και δεν το βρίσκω πουθενά!
Ξημερώνουν Χριστούγεννα λοιπόν… Σπεύδω να δώσω την αγάπη μου στον Χασάν και τη Σάγια που αντιπροσωπεύουν κάθε Άραβα πρόσφυγα, στον Δημήτρη και στον Πάνο που τέτοιες μέρες κρύβονται, στην Ελένη και στην Μαρία που ντρέπονται, στην Ερμιόνη και στον Βασίλη σε ένα χωριό της Κρήτης που είναι μαζί στα δεκαεννιά τους με ένα μωρό, δίχως όνειρα, δίχως φιλοδοξίες, στην Χρυσούλα και στον Γιώργο που ακόμα παλεύουν μα δεν χαμογελούν, στη μνήμη του μικρού Αϊλάν και του κάθε παιδιού, που ταξιδεύει σε έναν άλλο κόσμο γιατί υπήρξε ένα φόβος που τους αφαίρεσε την ζωή.
Ξημερώνουν Χριστούγεννα και οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα για την αγάπη και την συντροφικότητα κι εγώ καθισμένος, έχοντας συντροφιά ένα διπλό, σκέφτομαι και ψάχνω να βρω που είναι το λάθος!
Eπικοινωνήστε με τον συγγραφέα:
https://www.facebook.com/emmanuel.mavros?fref=ts
https://www.facebook.com/Ο-υιός-του-Νείλου-Εμμανουήλ-Γ-Μαύρος-Άνεμος-εκδοτική-1626666220929064/?fref=ts
http://www.anemosekdotiki.gr/pezografia/yios.html