Συνέντευξη στον Βασίλη Παπαβασιλείου
Ανεβάζοντας την παράσταση “O άνθρωπος ανεμιστήρας ή πώς να ντύσετε έναν ελέφαντα”, η άξια σκηνοθέτης Ελένη Ευθυμίου επιτέλεσε το ακατόρθωτο και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία! Κατόρθωσε να συγκεράσει επί σκηνής ηθοποιούς με μέλη της ομάδας “Εν δυνάμει” με δυνητικές ικανότητες. Και όλοι μαζί να «δέσουν» και να δημιουργήσουν ένα “μικρό θαύμα”. Το έργο βασισμένο σε μια σειρά από καθημερινές “ξεχωριστές” ιστορίες για την αναπηρία, τη διαφορετικότητα και τους ανθρώπους γύρω από αυτήν, είναι τόσο τρυφερό, τόσο ευαίσθητο, τόσο ανθρώπινο που τρυπά την καρδιά και σου δημιουργεί διάφορα συναισθήματα. Άλλες φορές σε κάνει να συγκινηθείς, κάποιες στιγμές να γελάσεις, αλλά οπωσδήποτε στο φινάλε να κλάψεις… Ένα μεγάλο μπράβο στην Ελένη Ευθυμίου και σε όλους τους συντελεστές! Η παράσταση ανεβαίνει στις 21 και 22 Ιουλίου στο θέατρο ΚΗΠΟΥ στη Θεσαλονίκη. Τρέξτε αμέσως, ΜΗΝ ΤΗΝ ΧΑΣΕΤΕ!
Με ποιο σκοπό δημιουργήθηκε η ομάδα δημιουργίας “Εν δυνάμει”;
Η μεικτή ομάδα δημιουργίας “Εν δυνάμει” αποτελείται από νέους με και χωρίς αναπηρία και μέσα από την Τέχνη και την συνύπαρξη, επιδιώκει να προωθήσει τον πολιτισμό και να στηρίξει τα μέλη της να ενταχθούν ομαλά στην κοινωνία. Στόχος της ομάδας μεταξύ άλλων είναι η συμβολή σε μία Τέχνη που επιδιώκει τη ρήξη με την παραδοσιακή αντίληψη του κοινώς αποδεκτού, μία Τέχνη που ανοίγει μονοπάτια σε νέες ιδέες να σταθούν και να αποκτήσουν υπόσταση.
Πως κατόρθωσες να συνυπάρξουν αρμονικά και να “δέσουν” επί σκηνής επαγγελματίες ηθοποιοί και άτομα με δυνητικές ικανότητες;
Στην παράσταση δε συμμετέχουν επαγγελματίες ηθοποιοί. Παρόλα αυτά ο τρόπος δουλειάς όσο και το αποτέλεσμα, θέλω να πιστεύω, δεν προδίδει κάτι τέτοιο καθώς και ο χρόνος που κατατέθηκε στις πρόβες αλλά και η σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίστηκε η δουλειά ταυτίζονται με τις αντίστοιχες επιλογές μιας επαγγελματικής ομάδας. Οι άνθρωποι που επέλεξαν να βρίσκονται μαζί ώστε να εκφραστούν καλλιτεχνικά μέσα από την ομαδική δουλειά, οι ηθοποιοί της ομάδας, έχοντας ξανά συνεργαστεί για άλλες παραστάσεις του “Εν δυνάμει”, σε σκηνοθεσία και διδασκαλία της Ελένης Δημοπούλου, διαμόρφωσαν τον κοινό τους κώδικα και έμαθαν να συνυπάρχουν καλλιτεχνικά μέσα από την σκληρή δουλειά αλλά και μέσα από την ειλικρινή διάθεση για γνωριμία και για εμβάθυνση στην ανθρώπινη σχέση, δίνοντας χρόνο στην μεταξύ τους επικοινωνία.
Γιατί αγκάλιασε τόσο ζεστά το κοινό την παράσταση “Ο άνθρωπος ανεμιστήρας ή πώς να ντύσετε έναν ελέφαντα” παρά την ιδιαιτερότητα του θέματός της και ενώ δεν υπήρχαν “εμπορικά” ονόματα στο cast;
Mε αφετηρία το ζήτημα της αναπηρίας η παράσταση παίρνει μία γενικότερη θέση απέναντι στο θέμα της διαφορετικότητας και προτείνει την αποδοχή και την συνειδητή ένταξη του “διαφορετικού” στην κοινωνία. Μετά τις πρώτες παραστάσεις που έχουμε δώσει φαίνεται ότι μέσα από αυτή τη διαχείριση του θέματος της διαφορετικότητας το κοινό έχει το χώρο να κάνει τις δικές του ταυτίσεις.
Η προσπάθεια και η παράσταση αυτή έγινε για να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο απέναντι σε ανθρώπους με αναπηρία, με “διαφορετικότητα”;
Η ευαισθητοποίηση δεν λειτουργεί ως αυτοσκοπός της παράστασης. Η ομάδα επέλεξε αυτό το πρωτότυπο θέμα αφενός γιατί πηγάζει από την ίδια της τη σύνθεση, αφετέρου για να κάνει μία καλλιτεχνική πρόταση με εργαλείο το θέατρο. Μία απόπειρα δηλαδή να μιλήσουμε για την αναπηρία από μέσα προς τα έξω- μία απόφαση να κοινοποιηθεί ανοιχτά ένα θέμα που για κάποιους παραμένει ακόμα άγνωστο, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην εποχή μας σε επίπεδο ενσωμάτωσης και αποδοχής. Όμως, πρωταρχικός σκοπός παραμένει η επιθυμία να κάνουμε θέατρο.
Πόσο ευαισθητοποιημένοι είναι οι Έλληνες σε τέτοιου είδος θέματα;
Στην Ελλάδα κάποια θέματα παραμένουν ταμπού λόγω της ημιμάθειας και της κακής εκπαίδευσης. Το θέμα της αναπηρίας προσεγγίζεται τις περισσότερες φορές υπό το πρίσμα της φιλανθρωπίας. Η φιλανθρωπία, όσο κι αν πηγάζει από καλή πρόθεση, διαχωρίζει ξεκάθαρα την κοινωνία σε δυνατούς και αδύναμους, δε δίνει ανοιχτές και αληθινές ευκαιρίες στη συνεργασία και την ισότιμη συνύπαρξη.
Πως εμπνεύστηκες το κείμενο και ποια ήταν η σκηνοθετική σου ματιά;
Οι ιδέες και οι εικόνες της παράστασης προέκυψαν μέσα από τη δουλειά με την ομάδα. Για περισσότερο από δυο μήνες δουλέψαμε σε ερευνητικό επίπεδο, προκειμένου να παραχθεί το υλικό για την τελική σύνθεση του κειμένου. Σε αυτό βοήθησαν συζητήσεις, ασκήσεις, αυτοσχεδιασμοί, ερωτηματολόγια, έρευνα σε βιβλιογραφία και στο διαδίκτυο αλλά καταλυτική ήταν η καθημερινή τριβή με τους ανθρώπους, η παρατήρηση της κάθε διαφορετικής προσωπικότητας και η αξιοποίησή της ως κομμάτι του συνόλου. Η πιο βασανιστική περίοδος για μένα ήταν μέχρι να παραχθεί το κατάλληλο υλικό, ώστε το κείμενο μας να πραγματεύεται το θέμα από πολλές πλευρές, αλλά να είναι παράλληλα λειτουργικό και ενδιαφέρον μέσα στη ροή της παράστασης.
Πόσο σε δυσκόλεψε αυτή η “διαφορετική” παράσταση;
Σκηνοθετικά θέλησα όλο αυτό το στοιχείο ντοκυμαντέρ να φιλτραριστεί μέσα από μία αισθητική φόρμα. Μια σημαντική παρατήρηση που καθόρισε τις δραματουργικές-αισθητικές επιλογές προέκυψε από την έρευνα στο διαδίκτυο, όπου παρατήρησα πως κατά κανόνα όσοι αναφέρονται στους ανθρώπους με αναπηρία χρησιμοποιούν τη λέξη “παιδιά”-λες και δεν ενηλικιώνονται ποτέ οι άνθρωποι αυτοί. Με αυτόν τον χαρακτηρισμό μού φάνηκε πως σαν κοινωνία θέλουμε να περιορίσουμε τον χώρο που δικαιωματικά ανήκει στους ανθρώπους με αναπηρία. Θέλησα λοιπόν να σχολιαστεί αυτή η παιδικότητα-αλλά και να φωτιστούν οι ενδιαφέρουσες πτυχές της (ότι από το στόμα των παιδιών ακούμε τις πιο σκληρές αλήθειες).
Έχεις σκηνοθετήσει άλλα έργα ή είσαι αφιερωμένη ψυχή τε και σώματι στη συγκεκριμένη ομάδα;
Εργάζομαι ως σκηνοθέτις από το 2009, από την εποχή δηλαδή που ήμουν ακόμη φοιτήτρια του τμήματος Θεάτρου του Α.Π.Θ.. Από την πρώτη μου ακόμη παράσταση με αφορούσε η αλληλεπίδραση του ατόμου με το κοινωνικό σύνολο. Η σχέση μου με την ομάδα “Εν δυνάμει” ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2013 και ήδη έχουμε κάνει πολλά βήματα μαζί-η συνεργασία αυτή θα ήθελα να συνεχιστεί γιατί μου αρέσει η διάθεση και η ενέργεια με την οποία τα μέλη της προσεγγίζουν το θέατρο.
Τι καινούργιο ετοιμάζετε για την επόμενη σεζόν;
Θέλουμε να παρουσιάσουμε την παράσταση σε όσο περισσότερες πόλεις γίνεται ώστε να τη δουν πολλοί άνθρωποι και αυτός ο διάλογος που έχει ξεκινήσει να συνεχιστεί. Παράλληλα επιθυμούμε να κάνουμε και καινούριες δουλειές. Η ανταπόκριση και η στήριξη των θεατών μας δίνει δύναμη προς αυτή την κατεύθυνση.