Βυθίζομαι στ’ άδυτα
της θεϊκής ανυπαρξίας
εγώ, η μονοθεΐστρια, χάνομαι
σαν κάθομαι και σ’ αγναντεύω
ζωσμένη απ’ την γαλάζια σου γοητεία.
Θεά πλανεύτρα ονειρική
που κάνεις το σύμπαν
να γίνεται ένα με τη σάρκα
που δίνεις στο νου άπειρα άλλοθι
για μύθους, οράματα ζωής, έρωτα
για όνειρα μεθυσμένα
ξελόγιασε το μπάτη, μίλα στο μαΐστρο
φώναξε το μελτέμι, μίλα τους για μένα
την τρελή κι αλλοπαρμένη.
Η Θεά άκουσε… Φύσηξε βοριάς.
Τα ξερά φύλλα
μαζί με του νου τα θρύψαλα
χορεύουν στο χώρο.
Δεν υπάρχω.
Έχω αδειάσει.
Ο άνεμος έκλεψε τις σκέψεις
«Άσε λίγες», τον παρακάλεσα.
«Άσε τις καλές μνήμες». τον ικέτευσα.
Θύμωσε.
Φύσηξε ακόμα πιο δυνατά.
Δεν έμεινε τίποτα. Τα πήρε όλα
μήτε τα ρούχα που φορούσα δεν άφησε.
Γυμνή με πέταξε, χωρίς οίκτο
στις κοφτερές πέτρες της ακτής.
Το κορμί μάτωσε.
Το κύμα έγλυψε τις πληγές.
Πόνεσα. Έκλαψα.
Κανείς δεν μ’ άκουσε.
Όλοι κλεισμένοι στα… κουκούλια τους.
Φύσηξε ο βοριάς ακόμη πιο δυνατά
και… Ήρθε το ΤΕΛΟΣ.
• επικοινωνήστε με την δημιουργό
https://www.facebook.com/profile.php?id=100000921546052&fref=ts