Πριν πολλά χρόνια, θα είναι και είκοσι πέντε, μετά την πρωτοχρονιά, εκεί κατά τα Φώτα αν θυμάμαι καλά, με πήγε ο τότε άντρας μου ένα ολιγοήμερο ταξιδάκι αναψυχής. Σπάνιο πράμα, αφού ταγμένος πιστός στους ναούς του τζόγου, δεν είχε ούτε χρόνο, ούτε χρήμα. Άφησα τα παιδιά στην μάνα μου γιατί θα άρχιζε το σχολείο και κινήσαμε με ένα ζευγάρι γνωστών για το ταξιδάκι αυτό.
«Που θα πάμε;» ρωτάω εγώ.
«Στα Χάνια στο Πήλιο για σκι», μου λένε.
«Τι σκι παιδί μου, εμείς το χιόνι το έχουμε δει μόνο σε φωτογραφίες, άσε που είμαστε σε τόσο καλή φυσική κατάσταση που μέχρι το περίπτερο πάμε, στην άλλη γωνία, και μας βγαίνει η γλώσσα τρία χιλιόμετρα», λέω στον άντρα μου.
Η απόφαση όμως είχε παρθεί.
«Θα σας μάθουμε εμείς σκι!» λέει το ζεύγος των γνωστών.
Ξεκινάμε λοιπόν. Τα χρειαζούμενα για σκι εμείς δεν τα είχαμε βέβαια, μήτε αλυσίδες δηλαδή δεν είχαμε, από ένα βενζινάδικο στο δρόμο πήραμε και κάναμε και ένα οχτάωρο να τις βάλουμε στο αμάξι.
Είχα όμως εγώ γούνα… ναι παρακαλώ είχα γούνα, γουνένια, φυσική, όχι συνθετική! Ακόμα την έχω σε κάποια ντουλάπα στην Αθήνα και θα την έχει κάνει κόσκινο ο σκόρος. Τώρα το πως μου προέκυψε η γούνα που βρακί δεν είχα της προκοπής είναι μια άλλη ιστορία. Ο θείος μου, μηχανικός αυτοκινήτων, είχε πελάτη ένα γουναρά από την Καστοριά. Έμπορος ο άνθρωπος του έσπρωξε του μπάρμπα μου, που φράγκα είχε, τρεις-τέσσερις γούνες για την θεία μου. Μια μέρα βρέθηκε και ο άντρας μου στο συνεργείο, του έσπρωξε ο γουναράς και του δικού μου μια γούνα, με δόσεις μην φανταστείτε και μετά… ε… την πλήρωσε ο θείος καλά να ναι.
Να μας βλέπατε με την θεία να φοράμε τις γούνες και να κόβουμε βόλτα από το χολ στο σαλόνι και μετά στην κουζίνα… χάρμα οφθαλμών καλέ! Γιατί που να τις φορέσουμε αλλού τις γούνες;
Και καλά η θεία, πήγαινε σε κάτι εσπερινούς, κάτι παρακλήσεις, κάτι μοναστήρια, εγώ όμως; Ε! ευκαιρία να την βάλω στα χιόνια. Φτάνουμε στα Χάνια… εγώ με το γουνικό και ευτυχώς που το είχα, γιατί με το ζακετομπουφανάκι της συμφοράς, θα έκοβα όχι πρόκες, μα ταβανόπροκες. Πάνω που πίνω την πρώτη γουλιά καφέ να ζεσταθεί το μέσα μου, ενώ ο δικός μου που από γεωγραφία ήταν σκράπας και είχε μπερδέψει την Πάρνηθα με τα Χάνια και έψαχνε εναγωνίως για κανένα καρέ, για ζάρια, Θανάση, πόκα έστω και ξερή να του περάσει ο καημός, έρχεται το ζεύγος των γνωστών με τις φόρμες του σκι, τα σκουφιά, τα γυαλιά και όλα τα σχετικά, σαν μοντέλα από περιοδικό ένα πράμα, με ένα ζευγάρι πέδιλα στο χέρι και μου τα δίνουν, να τα φορέσω, να με μάθουν σκι λέει.
Να σας είχα μόνο από μια μεριά. Γελάσανε και τα δέντρα!
Κάποτε τα φόρεσα. Πως; Δεν ξέρω τι να σας πω!
Βρίσκομαι στην πίστα λοιπόν. Άκρη-άκρη μην με βλέπουν αυτοί που περνάγανε σβινννν- σβινννν με τα χιονοπεδιλάκια τους, τα στιλάτα μαγκουράκια τους, τα σκουφάκια και τα γυαλάκια τους και κατασκοτωθούν οι άνθρωποι. Να μην με βλέπουν, γιατί, το θέαμα μιας πανάσχετης με γουνικό και πέδιλα του σκι, όσο να πεις μπορεί να δημιουργήσει καταστάσεις απρόβλεπτες και απερίγραπτες. Και αφού κατάφερα και ισορρόπησα πάνω στα παλούκια αυτά και περπάταγα, ναι καλέ περπάταγα, τι νομίσατε; Περπάταγα με ανοιχτά τα πόδια, σαν εκείνους που φοράνε τα βατραχοπέδιλα στην αμμουδιά και ανάποδα φυσικά, έρχεται με φόρα μία, από που εμφανίστηκε αυτή η χριστιανή δεν ξέρω, και… σφηνώνει ανάμεσα στα πόδια μου.
Αλλού εγώ, πάνω σε ένα θάμνο χιονισμένο, αλλού η γούνα, αλλού τα χιονοπέδιλα! Για κείνη που είχε την ατυχία να συναντηθεί μαζί μου φήμες λένε πως ακόμα την ψάχνουν. Έκτοτε, αν και ήρθαν χρόνια που οικονομικά «ίσιωσα» ούτε την γούνα φόρεσα ξανά, ούτε στα χιόνια πήγα! Ζαβός-ζαβός ο πρώην άντρας μου με πήγε και εκείνο το ταξιδάκι, οι επόμενοι, γκόμενοι δηλαδή, όλα τα είχαν κάνει, όλα τα είχαν δει, παντού είχαν πάει και ήθελαν να αράξουν με παντούφλα και τσαγάκι στον καναπέ. Δεν είχα και φίλους σκιέρ να πάω μαζί τους για σκι, μόνο σε κάτι πιατέλες σε μεζεδοπωλεία κάναμε σλάλομ και έτσι μου έμεινε το απωθημένο.
Και έρχεται τώρα αυτή η «λευκή βδομάδα» που θα κλείσουν τα σχολεία για να ξεχυθεί η μαθητιώσα νεολαία και οι γονείς τους στους χειμερινούς τουριστικούς προορισμούς της χώρας. Μια ευκαιρία να δούμε άσπρη μέρα δηλαδή και εγώ δεν μπορώ μήτε την γούνα να πουλήσω, γιατί ποια θα την πάρει που την έχουν βοσκήσει κοπάδια από σκόρο, για να πάρω τα χρειαζούμενα για το σκι και δεν έχω και παιδιά να πηγαίνουν στο σχολείο πια. Τέτοια ατυχία!
• Eπικοινωνήστε με τη συγγραφέα:
https://www.facebook.com/Tzinamit?ref=ts&fref=ts
https://www.facebook.com/Paramythies?fref=ts
http://www.anemosekdotiki.gr/pezografia/nyxterines-kouventes.html