«Τρία χρόνια μακριά σου» • Τζίνα Μιτάκη

Άνεμος Magazine 20/07/2013 0

tria xromia makria sou

«Θα φύγω! Δεν αντέχω άλλο! Θέλω να τα μηδενίσω όλα. Να αρχίσω από την αρχή μακριά από εδώ, από σένα!» σου ψιθύρισα  κουλουριασμένη στον καναπέ με την φωνή βραχνή και τα δάκρυα να χαράζουν αυλάκια στο πρόσωπο μου.
Με κοίταξες  λοξά και ανασήκωσες τους ώμους σου  την ώρα που το Αττικό φως γλυκοχάραζε στα μάτια σου. Το παλιό δέντρο ριζωμένο, από πάντα θαρρείς,  απέναντι  στο μικρό οβάλ παρκάκι, κούνησε ανήσυχο το φύλλωμα του.
Λίγες μέρες μετά με φορτωμένη  την ζωή σε κούτες  και βαλίτσες σε ένα παλιό κόκκινο αυτοκινητάκι έφευγα από κοντά σου. Το πιο παλιό από τα κλαδιά του δέντρου στο παρκάκι, τίναξε μερικά φυλλαράκια του πάνω στο αυτοκίνητο και κείνα τρύπωσαν παραπονιάρικα από το παράθυρο, χοροπήδησαν μπροστά στα μάτια μου και έπεσαν στην αγκαλιά μου.
Μεταμορφώθηκαν σε εικόνες μιας ζωής ολόκληρης. Η πράσινη σιδερένια καγκελόπορτα, το κοτέτσι με τους ασβεστωμένους τσιμεντόλιθους  στην γωνιά της αυλής, τα ανοιχτά παράθυρα το καλοκαίρι, το καρέ με τον Φρίξο και την Έλλη στο τραπεζάκι, το καλάθι με τα ξύλινα παιχνίδια στο πλυσταριό, το παρκάκι της γειτονιάς απέναντι. Το κεντητό λευκό  φουστάνι  της Φώφης  λεκιασμένο από… ρόφημα σοκολάτα φτιαγμένο από νερό και χώμα του κήπου. Στην  παρακάτω γειτονιά, πίσω ακριβώς από το Ιερό της Αγίας Μαρίνας, το σπίτι με τους βασιλικούς, τους κατιφέδες, τον αργαλειό και το γραμμόφωνο. Το σκαμνάκι για τα παραμύθια κοντά στην σόμπα και οι φλούδες  πορτοκάλι να τσιτσιρίζουν στο καυτό μαντέμι. Σαντέ κασετίνα, ο θησαυρός και το Ρομάντζο και  μακαρόνια χειροποίητα, φρέσκα,  με μπόλικη μυζήθρα. Ένα  καπέλο με κατακόκκινα κερασάκια παραπέρα σε μια βιτρίνα. Μια μαύρη ford και ..στου γιαλού τα βοτσαλάκια… Καραμέλες φλοκάκια, πάστα Σεράνο  και Λέμον-Πάι, στου Παυλίδη στην Αιόλου.
Το πρώτο φιλί, στα πέντε, από ένα αγόρι στα σκαλάκια της Αγίας Ειρήνης στην Αιόλου. Τσίχλες φυλλαράκια, με άρωμα  δυόσμου από το περίπτερο στην πλατεία Αμερικής και παγωτό βανίλια με μπόλικο σιρόπι βύσσινο στου Παυλίδη πάλι. Γοβάκια λουστρίνι από τον Λαμπρόπουλο, σχολική ποδιά από το Μινιόν. Ένα καλοκαίρι στο νεοκλασικό στους Αέρηδες και βόλτες με την Νίτσα στα στενά της Πλάκας.  Τιμωρία από την κύριο Πέτρο που όλο κάτι γινόταν και δραπέτευε από την  τσάντα το τετράδιο της ορθογραφίας. Κοπάνα μακριά… στον Εθνικό κήπο, με την Αργυρώ, την Μαρία, την Κυριακή και την Αφροδίτη.
Κι ύστερα το σπίτι αλλιώς διώροφο πια και σύγχρονο.
Πλατεία Μαβίλη, η Καρτάλη με τα δέντρα και κις λωρέν  από του «Μικέ». Καφές και κουβέντα στο νεοκλασικό της Έφης στον Άγιο Παντελεήμονα. Τέσσερις Οχτώβρη, ψιχαλίζει, μα πως θα πας μωρέ μπαμπά χωρίς ρολόι και μια σαγιονάρα να πάρεις τα  παιδιά  από το σχολείο; Και γιατί έχει χώματα στο μπαλκόνι και μια κηλίδα αίμα; Αφού σου πα να προσέχεις!
Κι ύστερα…  η ζωή συνεχίζεται τα παιδιά μεγάλωσαν  πια. Σαββατόβραδα στο «Αιολίς» στην Αιόλου με φίλους. Σύναξη φίλων στην Αγία Παρασκευή στις «Μινιόν» Βόλτες και ψώνια στην Ερμού, στην  Αγ. Μελετίου, στο Περιστέρι, στην Ν. Ιωνία, κομμωτήριο στην 3ης Σεπτεμβρίου. Πρωτομαγιά στην Ακρόπολη αγκαλιά  με τον «Απόλλωνα –Φοίβο».  Πρωτοχρονιές και γενέθλια  στο σπίτι με φίλους, αλλά και πρωτοχρονιές στο Παγκράτι, στης « Χανούμ- Μπουρέκ» με  ολόκληρο γουρουνάκι αλειμμένο με μέλι και πορτοκάλι και σοκολάτες με πιπέρι. Η Ακρόπολη φωτισμένη πάνω  από την κίτρινη  Ορφέως, πεπόνι με προσούτο κάτω από τον τσίγκο. Σταβλίσιες και σούπα στο Χαλάνδρι ανάμεσα σε έναν αγαπημένο Ήσυχο Γερούλη, ένα πειραχτήρι «Μπόμπο» και έναν ευγενικό  «Χαρμόσυνο».
Για μπανάκι με μια «κόκκινη κυρία». Σηκώνει κύμα  η ζωή μα και εμείς εκεί  πείσμα  και   «φιρί- φιρί» θα ξανασυναντηθούμε. Στο Πέραμα με καλοκαιρινό κρασί στα φτερά ενός γλάρου. Μ. Πέμπτη ένας …βάτραχος μ’ ακολουθεί αόρατος ως τον Άγιο Κωνσταντίνο και μου  μηνάει  να φτιάξει κάποιος εκείνο το «34» στην πόρτα  δίπλα,  που έχει χαλάσει. Στον ηλεκτρικό Βικτώρια-Πειραιάς, Μοναστηράκι και  παλιά δισκοπωλεία,  με ένα  καφέ σακάκι –παντελόνι και στην τσέπη ένα φανταχτερό Άλφα που θα ξεφτίσει στην τριβή για να βγει ο τενεκές.
Ένας Ζαφείρης σαν μπάλα χνουδωτή,  με ζυγιάζει καχύποπτα  κάθε φορά,  κάτι βράδια καλοκαιριού, σε μια βεράντα στην Κυψέλη, με κρασί, πίτσα σπιτική, ιμάμ-μπαϊλντί, κρασί  κουβεντολόι και αγάπη.
Καινούργια όνειρα και αγώνας, μα, πια  στο  όνειρο κρεμάστηκε η ταμπελίτσα που γράφει «κλειστόν». Οι στιγμές-εικόνες κουρνιάζουν στην ψυχή μου. Στις στριμώχνω βιαστικά  σε μια τσάντα χειρός μην παραπέσει και χαθεί καμιά. Το κόκκινο αυτοκίνητο καταπίνει αγκομαχώντας τα χιλιόμετρα, μπαίνει στο πλοίο. Μπροστά το λιμάνι του προορισμού. Πίσω εσύ και όσα έζησα κοντά σου. Η ζωή χωρίς να ρωτήσει απαίτησε το φευγιό. Μπροστά το καινούργιο μα και ο φόβος για το άγνωστο. Βγαίνω από το πλοίο να ανακαλύψω τα καινούργια της ζωής. Νέα σελίδα η ζωή, λευκή, άγραφη.

Τρία χρόνια μετά έχω τακτοποιήσει όλα τα υπάρχοντα μου μέσα και έξω. Το καθένα στην θέση του, πέταξα και πολλά άχρηστα. Κάποια τα φύλαξα σε ακριανό ράφι, ποτέ δεν ξέρεις που και ποτέ θα χρησιμεύσουν. Που και που συναντιόμαστε, στα βιαστικά, έτσι όπως οι εραστές που ποθιούνται ακόμα, μα, δεν αντέχει ο ένας τον άλλο. Έχουμε αλλάξει και οι δυο.
Είναι όμορφα εδώ και ψέματα δεν θα σου πω. Οι σελίδες δεν είναι πια λευκές.
Γράφω σ αυτές με το παλιό μου μολύβι το αγαπημένο. Σε άλλες με καθαρά στρωτά γράμματα, σε άλλες με λάθη και μουτζούρες. Σταγόνες μοναξιάς, νοσταλγίας  και μελαγχολίας τις λεκιάζουν πότε- πότε. Τις ομορφαίνουν όνειρα και ελπίδες, αλλαγές και επαναπροσδιορισμοί.
Μα και αν  η ζωή μου είναι εδώ,  μα και αν η μισή μου καρδιά είναι εδώ, η άλλη μισή θα είναι για  πάντα αφημένη  εκεί σε σένα Αθήνα μου, αιώνια πόλη λατρεμένη. Σε σένα που στην αγκαλιά σου γεννήθηκα, μεγάλωσα, έζησα και άρχισα να γερνάω. Στις ομορφιές σου και στις ασχήμιες σου. Γιατί ότι αγαπάς με πάθος  το κουβαλάς μαζί  πάντα παντού!

• Επικοινωνήστε με τη συγγραφέα:
https://www.facebook.com/Tzinamit
https://www.facebook.com/Paramythies

Leave A Response »

Αποδείξτε ότι είστε άνθρωπος και όχι bot *